Της Αλέκας Ζορμπαλά
Στην Μακρινίτσα, όταν πάω, πάντα κάθομαι και «χαζεύω ταξιδεύοντας» μια τεράστια τοιχογραφία του Θεόφιλου, με το τίτλο, « Ο Κατσαντώνης στα Τζουμέρκα»!, στο ομώνυμο ιστορικό διατηρητέο καφενεδάκι, στην πλατεία.
«Χαζεύω» γιατί δεν είμαι άνθρωπος της Τέχνης, για να την αντιμετωπίσω με τους όρους που της αντιστοιχούν, και «ταξιδεύω» μέσα από μια χρωματική ευδαιμονία, αλλά και μια αφηγηματική σύνθεση, που συνιστά ένα ολόκληρο ιστορικό παραμύθι..
Ο οπλαρχηγός Κατσαντώνης με τα παλληκάρια του έχουν ξαποστάσει σε μια πανέμορφη περιοχή των Τζουμέρκων , πίνουν, τρώνε, τραγουδούν, χορεύουν και γελάνε, σε ένα ατέλειωτο ανθρώπινο γλέντι, ζωσμένοι όμως, πάντα στ΄άρματα, γιατί, ένα ασκέρι, πάνω δεξιά, επελαύνει,
σημάδι, ότι η μάχη είναι ante portas, ότι ο αγώνας ποτέ δεν σταματά,
ως την τελική νίκη..
Θεόφιλος!
Ένας άνθρωπος, ιδιαίτερος, περίεργος, αντισυμβατικός, που λοιδορήθηκε, λόγω της επιλογής του να ντύνεται με φουστανέλα, αντί για τα «φράγκικα», που ζωγράφισε κάθε τοίχο, πέτρα και πόρτα στα χωριά του Πηλίου και της Μυτιλήνης, για ένα πιατάκι φαϊ.
Ένας λαϊκός ζωγράφος, που το έργο του αναγνωρίσθηκε ή «επιβλήθηκε» μετά το θάνατό του.
Που ακόμα και μέχρι σήμερα, το έργο του διχάζει, μια που άλλοι εξαίρουν τη λάμψη της ζωγραφικής του, την ιδιαιτερότητα της θεματολογίας, τον ενθουσιασμό και τον αυθορμητισμό των συνθέσεών του, στοιχεία, που το κάνουν απόλυτα αναγνωρίσιμο, και κάποιοι άλλοι το απορρίπτουν, λόγω μιας εμμονής σε ένα ηρωϊκό «εθνικό» παρελθόν με αναφορές στην αρχαιοελληνική μυθολογία και ιστορία, αλλά και στην επανάσταση του 21.
Αντί άλλου σχολίου, μια αναφορά του μεγάλου Λε Κορμπιζιέ για τον Θεόφιλο
«...Είναι ζωγράφος γεννημένος από το ελληνικό τοπίο. Μέσω του Θεόφιλου, ιδού το τοπίο και οι άνθρωποι της Ελλάδας: κοκκινόχωμα, πευκότοπος και ελαιώνας, θάλασσα και βουνά των θεών, άνθρωποι που λούονται σε μια τολμηρά επικίνδυνη ηρεμία….».
Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας, Χατζημιχαήλ ή Φουστανελάς
(1870-24/3/1939)
Στην Μακρινίτσα, όταν πάω, πάντα κάθομαι και «χαζεύω ταξιδεύοντας» μια τεράστια τοιχογραφία του Θεόφιλου, με το τίτλο, « Ο Κατσαντώνης στα Τζουμέρκα»!, στο ομώνυμο ιστορικό διατηρητέο καφενεδάκι, στην πλατεία.
«Χαζεύω» γιατί δεν είμαι άνθρωπος της Τέχνης, για να την αντιμετωπίσω με τους όρους που της αντιστοιχούν, και «ταξιδεύω» μέσα από μια χρωματική ευδαιμονία, αλλά και μια αφηγηματική σύνθεση, που συνιστά ένα ολόκληρο ιστορικό παραμύθι..
Ο οπλαρχηγός Κατσαντώνης με τα παλληκάρια του έχουν ξαποστάσει σε μια πανέμορφη περιοχή των Τζουμέρκων , πίνουν, τρώνε, τραγουδούν, χορεύουν και γελάνε, σε ένα ατέλειωτο ανθρώπινο γλέντι, ζωσμένοι όμως, πάντα στ΄άρματα, γιατί, ένα ασκέρι, πάνω δεξιά, επελαύνει,
σημάδι, ότι η μάχη είναι ante portas, ότι ο αγώνας ποτέ δεν σταματά,
ως την τελική νίκη..
Θεόφιλος!
Ένας άνθρωπος, ιδιαίτερος, περίεργος, αντισυμβατικός, που λοιδορήθηκε, λόγω της επιλογής του να ντύνεται με φουστανέλα, αντί για τα «φράγκικα», που ζωγράφισε κάθε τοίχο, πέτρα και πόρτα στα χωριά του Πηλίου και της Μυτιλήνης, για ένα πιατάκι φαϊ.
Ένας λαϊκός ζωγράφος, που το έργο του αναγνωρίσθηκε ή «επιβλήθηκε» μετά το θάνατό του.
Που ακόμα και μέχρι σήμερα, το έργο του διχάζει, μια που άλλοι εξαίρουν τη λάμψη της ζωγραφικής του, την ιδιαιτερότητα της θεματολογίας, τον ενθουσιασμό και τον αυθορμητισμό των συνθέσεών του, στοιχεία, που το κάνουν απόλυτα αναγνωρίσιμο, και κάποιοι άλλοι το απορρίπτουν, λόγω μιας εμμονής σε ένα ηρωϊκό «εθνικό» παρελθόν με αναφορές στην αρχαιοελληνική μυθολογία και ιστορία, αλλά και στην επανάσταση του 21.
Αντί άλλου σχολίου, μια αναφορά του μεγάλου Λε Κορμπιζιέ για τον Θεόφιλο
«...Είναι ζωγράφος γεννημένος από το ελληνικό τοπίο. Μέσω του Θεόφιλου, ιδού το τοπίο και οι άνθρωποι της Ελλάδας: κοκκινόχωμα, πευκότοπος και ελαιώνας, θάλασσα και βουνά των θεών, άνθρωποι που λούονται σε μια τολμηρά επικίνδυνη ηρεμία….».
Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας, Χατζημιχαήλ ή Φουστανελάς
(1870-24/3/1939)
Δημοσίευση σχολίου