Όταν πεθαίνει βασιλιάς, μη χαίρεσαι λαουτζίκο.
Μη λες πως θάν΄ καλύτερος ο νυν από τον τέως
Πως θάναι το λυκόπουλο καλύτερο απ΄ τον λύκο.
Τότε μονάχα να χαρείς: αν θάναι ο τελευταίος.
Κ. Βάρναλης
«Ολες οι τέχνες "πολιτεύονται", είτε το ξέρουνε είτε όχι, είτε τους φαίνεται είτε όχι. Κι η επαναστατική τέχνη "πολιτεύεται" με τη διαφορά, πως το ξέρει. Γιατί αν είναι κανείς συντηρητικός από κοινωνική Συνήθεια, γίνεται επαναστάτης μονάχα από γνώση της πραγματικότητας κι από αντίδραση στη Συνήθεια», έγραφε ο κομουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης που άφησε την τελευταία του πνοή σαν σήμερα το 1974 στην Αθήνα.
Μη λες πως θάν΄ καλύτερος ο νυν από τον τέως
Πως θάναι το λυκόπουλο καλύτερο απ΄ τον λύκο.
Τότε μονάχα να χαρείς: αν θάναι ο τελευταίος.
Κ. Βάρναλης
«Ολες οι τέχνες "πολιτεύονται", είτε το ξέρουνε είτε όχι, είτε τους φαίνεται είτε όχι. Κι η επαναστατική τέχνη "πολιτεύεται" με τη διαφορά, πως το ξέρει. Γιατί αν είναι κανείς συντηρητικός από κοινωνική Συνήθεια, γίνεται επαναστάτης μονάχα από γνώση της πραγματικότητας κι από αντίδραση στη Συνήθεια», έγραφε ο κομουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης που άφησε την τελευταία του πνοή σαν σήμερα το 1974 στην Αθήνα.
Όπως σημείωνε ο Χ. Αβραμίδης σε ένα αφιέρωμα που είχε κάνει στην «ελεύθερη» ΕΡΤ το 2014 ο Κώστας Βάρναλης είναι ο ποιητής των Μοιραίων και του Κυρ Μέντιου, ο λογοτέχνης που απήγαγε τον Σωκράτη με την πένα του και τον ταξίδεψε στους αιώνες της Ιστορίας, για να μας χαρίσει μια αληθινή απολογία του, που κορυφώνεται με όσα θα ‘κανε αν η εξουσία τον άφηνε να ζήσει.
Και μόνο το αριστούργημα του «Το φως που καίει (1922)» αρκεί να διαβάσει κανείς για να επιβεβαιωθεί μια πρόταση που έγραψε κάποτε ο Μενέλαος Λουντέμης και εντόπιζε το προσανατολισμό των δημιουργημάτων του ποιητή: «Η ποίηση του Βάρναλη δε μύριζε ποτέ γάλα. Μύριζε από την αρχή μπαρούτι».
Γράφε, Ιστορία, τα ψέματά σου αράδα,
και βλόγα το Φονιά, βρίζε το Θύμα!
Κι Αρετή, των δρομάκων σουσουράδα,
τον κάθε σωματέμπορά σου τίμα.
Και συ Νόμε, των άνομων ασπίδα,
σαν τη μαϊμού από κλώνο σ' άλλον πήδα
κι απ' την κορφή με την ουρά κρεμάσου,
να μη γλέπει ο Λαός τα πισινά σου.
Λευτεριά της χανάκας και του ξύλου,
σφιχτόδενε τ' αξύπνητο χαϊβάνι.
Και συ, ρηγάτο του Κενού, τ' αψήλου
κάμνε το σκλάβο ρήγα, άμα πεθάνει!
Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,
της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,
και συ, πρόστυχη Πένα και φοφίμι,
του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!
Κώστας Βάρναλης - "Ελεύθερος Κόσμος"
Ζώντας από κοντά (βρισκόταν στο Παρίσι το 1918) το ξέσπασμα της επανάστασης που καταπνίγηκε στο αίμα, την «Κομμούνα των Παρισίων» και επηρεασμένος βαθύτατα από την έκρηξη της Οκτωβριανής επανάστασης, πέταξε τα οικογενειακά αστικά βαρίδια που κουβαλούσε και στρατεύτηκε στα δίκαια της εργατικής τάξης, προσχωρώντας στον μαρξισμό και τον διαλεκτικό υλισμό
Όταν επέστρεψε από την Γαλλία στην Ελλάδα και έχοντας γράψει προηγουμένως «Το φως που καίει», «Οι σκλάβοι πολιορκημένοι» «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» καθώς και το αριστούργημα της παγκόσμιας πεζογραφίας «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη» το καθεστώς της μοναρχοπλουτοκρατίας έδειξε όλο το μίσος του απέναντι στον διανοούμενο που απαρνήθηκε την τάξη του και στρατεύτηκε με το προλεταριάτο. Το 1926 απομακρύνεται από τη θέση του ως καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας, που δημοσίευσε ένα απόσπασμα από "Το φως που καίει". Για να επιβιώσει εκτός του ότι εργάστηκε για αρκετά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, συναντάμε τον Κ. Βάρναλη να δουλεύει και σαν δημοσιογράφος, στον «Ριζοσπάστη» αλλά και σε άλλα έντυπα. (Εδώ ένα χαρακτηριστικό του χρονογράφημα στο “Ρίζο της Δευτέρας” στις 28/10/1947, ενώ εδώ έχουμε άλλο ένα «διαμάντι» που έγραψε ο Κ.Β στην εφημερίδα «Πρωία»,την περίοδο της Γερμανικής κατοχής).
«Φρόνιμα και ταπεινά πάω με κείνον που νικά. Αν θέλεις να χαρείς τη λευτεριά νωρίς γίνε προδότης, γίνε. Θα ‘ναι μαζί σου οι νόμοι και η πλερωμένη γνώμη. Πέτα την ανθρωπιά σου. Κι απ’ τον αφέντη πιάσου. Κι άμα σε φτύσει αυτός, να κάθεσαι σκυφτός. Και θα ‘χεις τα πρωτεία στη σάπια πολιτεία».
Κώστας Βάρναλης - «Των φρονίμων τα παιδιά»
Δεν λιγοψύχησε ποτέ, ούτε συμβιβάστηκε, χωρίς να διστάσει να ανοίξει μέτωπο και με το παπαδαριό, διατρανώνοντας με κάθε τρόπο: «Ξύπνα λαέ».
Και αυτή την ακλόνητη θέση του την πλήρωσε. Όταν το 1935 ο Κώστας Βάρναλης επιστρέψει από την Μόσχα όπου είχε παρευρεθεί ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων το καθεστώς τον συλλαμβάνει, του αποδίδει την κατηγορία του «άπατρι», και τον εξόρισε αρχικά στην Μυτιλήνη και αμέσως μετά στον Αη Στράτη, απαγορεύοντας του ταυτόχρονα να υπογράφει τα κείμενα του.
Τίποτα όμως δεν μπορούσε να τιθασεύσει το επαναστατικό πνεύμα του κομμουνιστή Κώστα Βάρναλη. Στην κατοχή υπήρξε πρωτοπόρος αγωνιστής στην Εθνική αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, ενώ δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να δηλώνει στρατευμένος διανοούμενος.
Tο 1956 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 με το βραβείο Λένιν
Αυτός ήταν ο Κώστας Βάρναλης. Το δημιουργικό του έργο που κράτησε 7 δεκαετίες είναι σαν ένα ποτάμι βουερό που σχηματίζεται από χιλιάδες μικρά ρυάκια. Φούσκωσε ορμητικά τα νερά του σε μια δοσμένη στιγμή και ύστερα ακολουθώντας δικές του μυστικές διαδρομές, πότε ανέβαινε στην επιφάνεια και πότε βυθιζόταν σε μια αέναη πορεία προς την θάλασσα που αγνάντευε ο ποιητής και δεν χόρταινε. Το ποτάμι αυτό είναι πάντα εδώ. Μπορεί να μην το βλέπουμε, όμως, ποιος δεν το νιώθει;
Το έργο του Κώστα Βάρναλη διαπαιδαγώγησε γενιές Ελλήνων και ιδιαίτερα γενιές του προλεταριάτου στην Ελλάδα. Αυτό είναι το σημαντικότερο.
«Τις φορές, που ο δεμένος πετάχτηκε απάνου
με τα δόντια να κόψει του ξένου τυράννου
το λυτάρι, δεμένος βρισκότανε πάλι.
Τόνε δένανε τρίδιπλα οι ντόπιοι μεγάλοι.
Τώρα η Νύχτα τελειώνει... Παθοί και μαθοί
ξέρουν, όταν η μάχ' η μεγάλη δοθεί,
για να μην ξαναχάσουνε τη λεφτεριά τους,
θ' αφανίσουνε πρώτα τα ντόπια θεριά τους».
(Κώστας Βάρναλης, από το ποίημα «Ιστορία» της συλλογής «Ελεύθερος Κόσμος»)
Διαβάστε την Εισήγηση του Δημήτρη Δαμασκηνού στην παρουσίαση του βιβλίου του Ηρακλή Κακαβάνη " Ο Άγνωστος Βάρναλης" στα Χανιά.
Δημοσίευση σχολίου