Στις 3 του Ιούνη το 1941, η Κάνδανος ξεθεμελιώθηκε με φωτιά και μπαρούτι από τους ναζί, γιατί τόλμησε αυτόβουλα, χωρίς καμιά κρατική εντολή και βοήθεια, να αντισταθεί μαζί με όλους τους Σελινιώτες, στα Μεσαύλια, τα Φλώρια, τον Άναβο και το φαράγγι, τα Πλεμενιανά και το Κακοδίκι, μέχρι την Παλαιόχωρα, ενάντια στο σιδερόφραχτο τρίτο Ράιχ. Οι Ναζί την έκαψαν και την ισοπέδωσαν, εκδικούμενοι για την αντίσταση που συνάντησαν από τους κατοίκους της περιοχής.
Το ρήμαγμα στα νοικοκυριά, στις ψυχές, στις ζωές, στα όνειρα από τον θάνατο, την φρίκη και την δυστυχία που ορισμένοι όμως χτίζουν και ονειρεύονται πάνω σε όλα αυτά πλούτη και δόξα γιατί τα μερίδια των αποτρόπαιων πράξεων και ευθυνών ακόμη είναι χρωστούμενα και απλήρωτα.
Αν και:
Ήταν χρονιά που η γη της Καντάνου με την εργατικότητα των Καντανιωτών είχε γεμίσει τους μαγατζέδες και τα πιθάρια με κάθε λογής γεννήματα και αγαθά.
Τα λάδια ετρέξανε ποταμός, εγεμίσανε οι δρόμοι, τα λιόφυτα και οι κολύμπες, με όσα δεν εκάηκαν. Έναν μήνα και παραπάνω η φωτιά έκαιγε κι εκαπνίζανε τα χαλάσματα και οι τροχάλοι.
Έκαψαν ζωντανούς όσους κατοίκους δεν πρόλαβαν να βγουν από τα σπίτια τους.
Δεν άφησαν πέτρα πάνω σε άλλη πέτρα. Στις μάχες που έγιναν ήταν άνδρες από διάφορα χωριά του Σελίνου κάθε ηλικίας.
Όταν οι Γερμανοί θέλησαν να εκδικηθούν για τους θανάτους της μάχης των Φλωρίων και του Φαραγγιού, φώναζαν όλοι ότι ήταν οι Καντανιώτες. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Το ρήμαγμα στα νοικοκυριά, στις ψυχές, στις ζωές, στα όνειρα από τον θάνατο, την φρίκη και την δυστυχία που ορισμένοι όμως χτίζουν και ονειρεύονται πάνω σε όλα αυτά πλούτη και δόξα γιατί τα μερίδια των αποτρόπαιων πράξεων και ευθυνών ακόμη είναι χρωστούμενα και απλήρωτα.
Αν και:
«Η Κάντανος απ’ τη φωτιά εβγήκε δοξασμένη
Στον άθο (στάχτη) τση γεννήθηκαν ήρωες ξακουσμένοι»
«Ενα στεφάνι δάφνινο, είναι η πλερωμή τους.
Σ’ όσους σ’ αξίες έταξαν για πάντα
το κορμί τους».
Στον άθο (στάχτη) τση γεννήθηκαν ήρωες ξακουσμένοι»
«Ενα στεφάνι δάφνινο, είναι η πλερωμή τους.
Σ’ όσους σ’ αξίες έταξαν για πάντα
το κορμί τους».
Ήταν χρονιά που η γη της Καντάνου με την εργατικότητα των Καντανιωτών είχε γεμίσει τους μαγατζέδες και τα πιθάρια με κάθε λογής γεννήματα και αγαθά.
Τα λάδια ετρέξανε ποταμός, εγεμίσανε οι δρόμοι, τα λιόφυτα και οι κολύμπες, με όσα δεν εκάηκαν. Έναν μήνα και παραπάνω η φωτιά έκαιγε κι εκαπνίζανε τα χαλάσματα και οι τροχάλοι.
Έκαψαν ζωντανούς όσους κατοίκους δεν πρόλαβαν να βγουν από τα σπίτια τους.
Δεν άφησαν πέτρα πάνω σε άλλη πέτρα. Στις μάχες που έγιναν ήταν άνδρες από διάφορα χωριά του Σελίνου κάθε ηλικίας.
Όταν οι Γερμανοί θέλησαν να εκδικηθούν για τους θανάτους της μάχης των Φλωρίων και του Φαραγγιού, φώναζαν όλοι ότι ήταν οι Καντανιώτες. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Δημοσίευση σχολίου