Του Γ. Γ.
Σαν σήμερα στις 16/11/1951 εκδίδεται η δικαστική απόφαση του Εκτακτου Στρατοδικείου που καταδικάζει τον Νίκο Μπελογιάννη και 11 συντρόφους του σε θάνατο κατηγορούμενοι βάση του Α.Ν. 509/1947 ότι έστησαν τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ.
Απόφαση που προκάλεσε διεθνή κατακραυγή και ο τότε πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας αναγκάστηκε να μην την εφαρμόσει.Σαν σήμερα στις 16/11/1951 εκδίδεται η δικαστική απόφαση του Εκτακτου Στρατοδικείου που καταδικάζει τον Νίκο Μπελογιάννη και 11 συντρόφους του σε θάνατο κατηγορούμενοι βάση του Α.Ν. 509/1947 ότι έστησαν τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ.
Το αστικό μετεμφυλιακό κράτος όμως διψούσε για αίμα. Ηθελε να σπείρει σε όλο τον ελληνικό λαό την τρομοκρατία και πάνω απ' όλα "μπαμπούλα" των εκτελεστικών αποσπασμάτων. Ετσι λίγους μήνες αργότερα κατασκευάζει άλλοι μια δίκη με τους ίδιους κατηγορουμένους και επιτυγχάνει αυτό που θέλει.
Ας τα πιάσουμε όμως τα πράγματα με την σειρά. Ο Νίκος Μπελογιάννης και η Ελλη Παππά, πρωτοκλασάτα στελέχη του ΚΚΕ, συλλαμβάνονται τον Δεκέμβρη του 1950 στο σπίτι του Τάκη Καλοφωλιά. Ακολουθεί μπαράζ συλλήψεων άλλων 90 στελεχών του ΚΚΕ.
Η Ασφάλεια πανηγυρίζει εκδίδοντας «Ανακοίνωσις» με φωτογραφίες του Μπελογιάννη και της Παππά, στην οποία αναγραφόταν: «Τα εικονιζόμενα πρόσωπα είναι λίαν επικίνδυνοι κομμουνισταί. Αμφότερα έχουν συλληφθή αλλά η Αστυνομία δεν εξακρίβωσε την κατοικίαν των. Εκείνοι, οίτινες εμίσθωσαν ή παρεχώρησαν εις αυτά κατοικίαν καλούνταν όπως ανακοινώσωσι τούτο το ταχύτερον εις την Υποδιεύθυνσιν Ασφαλείας Αθηνών προς αποφυγήν βαρύτατων ευθυνών. Πας πολίτης, όστις γνωρίζει τι σχετικώς με τα ανωτέρω πρόσωπα, θα παράσχη σπουδαίαν υπηρεσίαν εις το Κράτος αν σπεύση να ανακοινώση τούτο εις την ως άνω Αρχήν».
Ο Μπελογιάννης και η Παππά οδηγήθηκαν στη φυλακή και έμειναν στην απομόνωση μέχρι την πρώτη δίκη τους. Μέσα στη φυλακή, τον Αύγουστο του 1951, γεννήθηκε ο γιος τους Νίκος…
Επανερχόμαστε στην πρώτη δίκη του Μπελογιάννη και των συντρόφων του, που αναφέραμε αρχικά παραθέτοντας απόσπασμα από την συνέντευξη που έδωσε ο συγγραφέας του βιβλίου «Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα» Σπύρος Σακελλαρόπουλος στη Μαριάννα Τζιαντζή για την εφημερίδα "Πριν" και στην οποία περιγράφει στιγμιότυπα της δίκης:
Ύποπτες γυναικείες κουβέντες
Στην πρώτη δίκη, ένας αστυφύλακας καταθέτει για μια «ύποπτη» συνάντηση μεταξύ δύο κατηγορούμενων γυναικών, αν και παραδέχεται ότι δεν άκουσε τι έλεγαν. Ο συνήγορος υπεράσπισης τον ρωτά: «Εάν οι δύο αυτές γυναίκες μιλούσαν για την Αίγυπτο, για το Σουέζ, θα ήταν ύποπτο;» Απάντηση: «Βέβαια και θα ήταν ύποπτο. Τι θέλουν δύο γυναίκες να μιλούν για αυτά τα πράγματα;»
«Αφροδίτη, θα με σώσεις;»
Από την απολογία της Αφροδίτης Μανιάτη: «Το πόσο μάταιο, άδικο και αβέβαιο είναι το έργο που έχει αναλάβει η Γενική Ασφάλεια, το δείχνει η φράση του ανακριτή Τζαβέλλα, που τόσες και τόσες φορές, σε ύφος ερωτηματικό, μου έκανε: “Αφροδίτη, όταν αύριο τα πράγματα θα αλλάξουν, θα με σώσεις;”».
«Αυτό είναι πλαστογραφία»
Ο Πέτρος Παπανικολάου, που δεν είναι μέλος του ΚΚΕ, παραδέχεται ότι έγραφε συνθήματα στους τοίχους, όπως «Αμνηστία», «Δημοκρατία», «Ειρήνη», «Ψωμί». Ο βασιλικός επίτροπος τον ρωτά: «Γιατί δίπλα σε αυτά τα ειρηνιστικά συνθήματα έγραφες και το ΚΚΕ;»
Παπανικολάου: «Το έγραφα γιατί μόνο το ΚΚΕ υιοθέτησε ειλικρινά τα συνθήματα της ειρήνης». Βασ. επίτροπος: «Αφού δεν είσαι μέλος του ΚΚΕ, πώς έγραφες κάτω από τα συνθήματα ΚΚΕ; Αυτό είναι πλαστογραφία. Έπρεπε να βάλεις το όνομά σου!»
Παπανικολάου: «Ευχαριστώ πολύ για την υπόδειξη! Αν έβαζα το όνομά μου, θα με έπιαναν αμέσως».
«Ήδη δικαζόμεθα ερήμην»
Οι κατηγορούμενοι ζητούν από την έδρα να τοποθετηθεί μικρόφωνο γιατί δεν ακούν έναν μάρτυρα. Ο πρόεδρος απαντά: «Εμείς δεν έχουμε λίρες απ᾽ έξω για να αγοράζουμε μικρόφωνα».
Μπελογιάννης: «Έχουν οι Αμερικανοί, κ. Πρόεδρε».
Πρόεδρος (εν θυμώ): «Θα αναγκασθώ να σας βγάλω έξω και θα δικασθήτε ερήμην».
Μπελογιάννης. «Ήδη δικαζόμεθα ερήμην, κ. Πρόεδρε, διότι δεν ακούμε την κατάθεσιν του μάρτυρος».
«Εμείς τους αυτοκτονούμε!»
Καλλιόπη Παπαδοπούλου: «Προκειμένου να υπογράψω δήλωσιν απειλήθηκα ότι θα με ρίψουν από την ταράτσα της Ασφάλειας. Μου είπε ένας αστυφύλακας ότι “οι αυτοκτονίες που ακούς δεν είναι αληθινές. Εμείς τους αυτοκτονούμε!” Καταγγέλλω τις ενυπόγραφες καταθέσεις μου στην Ασφάλεια ως προϊόν βίας».
Η χτισμένη στη βία μεταμέλεια
Λέει ο Μπελογιάννης στην απολογία του (στην πρώτη δίκη): «Απ᾽τον καιρό της Μεταξικής δικτατορίας έγιναν στην Ελλάδα 120.000 “δηλώσεις μετανοίας” […] με τη βία, με χίλιους δυο εκβιασμούς. Δημιουργείται όμως ένα σοβαρό κοινωνικό και εθνικό πρόβλημα. Μια παράταξη, η παράταξη της Δεξιάς, υποχρεώνει με τη βία μιαν άλλη παράταξη να αποκηρύξει τις ιδέες της, να σηκώνει τα χέρια ψηλά μπροστά στον κίνδυνο, να αρνιέται αυτό που πιστεύει. Το “μάθημα” αυτό δεν δίνεται μόνο στην Αριστερά αλλά και στους οπαδούς της Δεξιάς. Με λίγα λόγια διδάσκονται όλοι οι Έλληνες ότι, μπροστά στους κινδύνους και τις δοκιμασίες, για να σώσουν το τομάρι τους, να σηκώνουν ψηλά τα χέρια. Εύχομαι αυτοί που διδάσκουν τέτοια μαθήματα να μη δρέψουν τους καρπούς των κόπων τους».
Πλάι στο μεγαλείο ανθρώπων σαν τον Μπελογιάννη και άλλων συντρόφων του, ξετυλίγεται η τραγωδία εκείνων που συνεργάστηκαν με την Ασφάλεια, που δεν περιορίστηκαν στη δήλωση, αλλά κατέδωσαν φίλους και συντρόφους τους. Όπως είπε ένας από τους συνηγόρους υπεράσπισης: «Οι κατηγορούμενοι παρέμειναν επί επτά και πλέον μήνας εις την απομόνωσιν και ηδύνατο να εξέλθουν υπό τας εξής δύο προϋποθέσεις: (α) να αποκηρύξουν τον εαυτό τους, δηλαδή τας πολιτικάς και κοινωνικάς αυτών αντιλήψεις και (β) να βοηθήσουν το έργον της Γενικής Ασφαλείας, ήτοι να κατηγορήσουν άλλους φίλους των, γνωστούς των ή απλώς ομοϊδεάτας των».
Στο εδώλιο ο Στ. Πιττακός. Η υπεράσπιση ρωτά: «Στην Ασφάλεια πώς σου φέρθηκαν;». Τη στιγμή της ερωτήσεως, ο Πιττακός αρχίζει να κλαίει με λυγμούς. Του επαναλαμβάνεται η ερώτησις, αλλά ο Πιττακός δεν ημπορεί να απαντήσει και συνεχίζει τους λυγμούς. Μετ’ ολίγον αναλαμβάνει. Πιττακός (κλαίοντας): «Δεν έχω παράπονο… μου φέρθηκαν… καλά».
Συχνά οι κομμουνιστές έχουν επικριθεί για την «ξύλινη γλώσσα τους». Όπως εδώ το επίθετο ξύλινος ταιριάζει στις απολογίες των μεταμεληθέντων, που μοιάζουν βγαλμένες με καρμπόν: «Είμαι Έλλην πραγματικός και εις τας φλέβας μου ρέει αίμα ελληνικόν και ουχί πύον κομμουνιστικόν». «[…] εζήτησα να αποχρωματισθώ διότι είμαι γνησία Ελληνίς». «Θεωρώ το ΚΚΕ ως εσμόν τυχοδιωκτών σκοπούντων την συμφοράν της Ελλάδος». «Σήμερον η Ελληνική μου Ψυχή εξανίσταται διά τας αντεθνικάς πράξεις του ΚΚΕ, επανελθών ειλικρινώς εις τους κόλπους της κοινωνίας και διαρρήξας κάθε δεσμόν με το ΚΚΕ».
Λεβεντιά, περηφάνια και ανθρωπιά συναντάμε στις απολογίες αρκετών κατηγορούμενων που αρχικά κλονίστηκαν, υπέγραψαν καταθέσεις που ενοχοποιούσαν τον εαυτό τους, αλλά στη συνέχεια ανακάλεσαν τα όσα είπαν – και πλήρωσαν ακριβά αυτή την ανάκληση.
Στο νου μου έρχεται το βιβλίο "Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν" του Πρίμο Λέβι. Εκείνοι που γλίτωσαν τη φυλάκιση και τη ζωή τους είναι αυτοί που βούλιαξαν μες στο ψέμα, την προδοσία, την ντροπή.
Κι αυτοί που πλήρωσαν, που καταδικάστηκαν δεν έσωσαν μόνο την προσωπική τους τιμή αλλά και την τιμή των επόμενων γενιών κομμουνιστών.
Δημοσίευση σχολίου