Γράφει ο mitsos175
Μες του Μαξίμου τα χρυσά, τα όμορφα γραφεία, κάθονται μπούφοι υπουργοί βαράνε το κεφάλι.
“Ω τι κακό, τι συμφορά μας έχει βρει τους έρμους. Η κάθε απάτη γρήγορα βγαίνει στο φως του ηλίου.
Πρώτα μας πιάσαν για τα ΚΕΚ του Νεουκτή του Μέτζη. Και πάει η δουλεία μας, στράβωσε, δεν φάγαν οι κουμπάροι.
Μετά ο γιος της αδερφής του αρχηγού του Κούλη, παγκάκια πήρε ακριβά, να 'χουν τα βαφτιστήρια. Λεφτά να πάρουν μπόλικα, ΝουΔού για να ψηφίσουν.
Χρυσά να ήταν, πιο φτηνά θα κόστιζαν στο Δήμο.
Μα αμέσως τον κατάλαβαν, τον έκραξε τον σύμπαν!
Σα μπόρα ήταν δυνατή το φτύσιμο του κόσμου. Δεν ήταν μήπως βασκαθεί, ήταν γιατί είν' λαμόγιο. Και σαδιστής, και άσπλαχνος, υποκριτής και ψεύτης. Στα πράσα πιάστηκε κι αυτός, γίδα να 'χει στην πλάτη.
Το τρίτο το χειρότερο, το έπαθε ο Πέτσας. Τι σε δικούς του ήθελε να δώσει εκατομμύρια. Να φαν καλά, να φαν πολύ, να γλείφουνε με πάθος. Με όρεξη να προσκυνάν πανούργο Μητσοτάκη.
Ψέματα να σκαρφίζονται, κι αλήθειες να τις κρύβουν.
Να λεν πως όλοι τάχατες είναι ευχαριστημένοι. Που κλείστηκαν στα σπίτια τους, που χάσαν τις δουλειές τους, που ο μισθός μειώθηκε, που τα παιδιά πεινάνε”.
Μα Βαξεβάνης πλάκωσε, τους πήρε το βρακί τους κι ευθύς τους το ανέμιζε, τους έχει κάνει ρόμπες. Να δώσουν πίσω τα λεφτά που κλεψαν οι γαλάζιοι, ούτε που να το σκέφτονται, να το ακούν δεν θέλουν.
Πάνε λοιπόν και βγάζουνε βρώμα για τον Αλέξη. Μήπως τσιμπήσουν οι πολλοί, το θέμα να ξεχάσουν. Μα τίποτε δεν κάνουνε και όλοι μας ζητάμε, να μάθουμε που πήγανε τα χρήματα που πήραν.
Σύσκεψη κάνουν υπουργοί, πράκτορες, τρολλ και Κούλης. Να δούνε πως το σκάνδαλο θα κουκουλώσουν τώρα. Μα είναι μεγάλο και βρωμά ό,τι και να το κάνουν.
“Δημοσιογράφοι” έριξαν κουβάδες το σαπούνι. Μπουγάδα βάλανε γερή, μα πάλι τούτο ζέχνει. Η μπόχα ανυπόφορη, ο κόσμος αηδιάζει. 85 τς εκατό “δώστε τη λίστα τώρα! Κι αφήστε το μαγείρεμα, αφήστε τα τερτίπια”.
Τότε ο Κούλης ο αρχηγός, ο γιος του Αποστάτη, λέει στους πανικόβλητους, τους υπουργούς, τους βλάκες.
“Μη σκάτε ωρέ, τι έχουμε τα ΜΜΕ μαζί μας. Μα κι αν δε φτάσουνε αυτά, έχω και άλλα όπλα. Τη Θέμιδα και την ΕΥΠ, τα τρολλ, το Παρακράτος. Όλοι τα φτυάρια παίρνουνε, για να πετάνε λάσπη. Χώμα και πέτρες μπόλικες το πτώμα να σκεπάσουν”.
Σαν άκουσαν τον τσέλιγκα, οι πιστικοί λουφάξαν. Και κάπως ηρεμήσανε, σταμάτησαν να κλαίνε.
Μα ο Πέτσας ο φυρόμυαλος, καθώς είχε αγγούρι βαθιά μες τα οπίσθια, δεν κάθεται καθόλου. Το λόγιο ζήτησε κι ευθύς στο Μητσοτάκη λέει.
“Όλα καλά τα όσα λες, μα ο κόσμος λέει άλλα. Κι όλες μας οι απόπειρες έχουνε αποτύχει. Κι εσύ δεν έχεις μήνυση, αλλά έχεις ασυλία. Τι θα απογίνω άραγε άμα βρεθεί στη χώρα ένας που να ναι έντιμος και να 'ναι εισαγγελέας; Θα καταλήξω φυλακή, θα καταντήσω νύφη σε ισοβίτες άγριους, που θα με διακορεύσουν! Και δεν το θέλω στη ζωή, τώρα που 'μαι μεγάλος, να με πηδήξουν άγρια άλλοι φυλακισμένοι”
Σαν τ' άκουσε ο Πρωθυπουργός τον έπιασαν τα γέλια.
“Αχ ορέ Πέτσα, άμυαλε, που σαν το κούρεμά σου είναι και το κεφάλι σου, το άδειο, από μέσα. Αφήνω εγώ τα πρόβατα να μου τα φάει άλλος;
Τα πάντα να αποτύχουνε, την έχουμε τη λύση. Στην εταιρεία ρίχνουμε το φταίξιμο σε όλα. Αλγόριθμος την έκανε την άσχημη απάτη! Κι άσε να μπούνε φυλακή τα νούμερα κι οι πράξεις. Λάθος του υπολογιστή, γιατί είχε πάθει βλάβη...
Λεφτά βρε να υπάρχουνε, κουτάλα για να τρώμε! Κι από ιστορίες φτιάχνω εγώ... μυριάδες παραμύθια.
Τέτοια σαν είπαν, γύρισαν στη μάσα και στην ξάπλα...
Κάτσε κι εσύ που ψήφισες, να φας τα ψίχουλα τους, αφού σου πήραν το ψωμί και το φαΐ απ' το στόμα.
Μες του Μαξίμου τα χρυσά, τα όμορφα γραφεία, κάθονται μπούφοι υπουργοί βαράνε το κεφάλι.
“Ω τι κακό, τι συμφορά μας έχει βρει τους έρμους. Η κάθε απάτη γρήγορα βγαίνει στο φως του ηλίου.
Πρώτα μας πιάσαν για τα ΚΕΚ του Νεουκτή του Μέτζη. Και πάει η δουλεία μας, στράβωσε, δεν φάγαν οι κουμπάροι.
Μετά ο γιος της αδερφής του αρχηγού του Κούλη, παγκάκια πήρε ακριβά, να 'χουν τα βαφτιστήρια. Λεφτά να πάρουν μπόλικα, ΝουΔού για να ψηφίσουν.
Χρυσά να ήταν, πιο φτηνά θα κόστιζαν στο Δήμο.
Μα αμέσως τον κατάλαβαν, τον έκραξε τον σύμπαν!
Σα μπόρα ήταν δυνατή το φτύσιμο του κόσμου. Δεν ήταν μήπως βασκαθεί, ήταν γιατί είν' λαμόγιο. Και σαδιστής, και άσπλαχνος, υποκριτής και ψεύτης. Στα πράσα πιάστηκε κι αυτός, γίδα να 'χει στην πλάτη.
Το τρίτο το χειρότερο, το έπαθε ο Πέτσας. Τι σε δικούς του ήθελε να δώσει εκατομμύρια. Να φαν καλά, να φαν πολύ, να γλείφουνε με πάθος. Με όρεξη να προσκυνάν πανούργο Μητσοτάκη.
Ψέματα να σκαρφίζονται, κι αλήθειες να τις κρύβουν.
Να λεν πως όλοι τάχατες είναι ευχαριστημένοι. Που κλείστηκαν στα σπίτια τους, που χάσαν τις δουλειές τους, που ο μισθός μειώθηκε, που τα παιδιά πεινάνε”.
Μα Βαξεβάνης πλάκωσε, τους πήρε το βρακί τους κι ευθύς τους το ανέμιζε, τους έχει κάνει ρόμπες. Να δώσουν πίσω τα λεφτά που κλεψαν οι γαλάζιοι, ούτε που να το σκέφτονται, να το ακούν δεν θέλουν.
Πάνε λοιπόν και βγάζουνε βρώμα για τον Αλέξη. Μήπως τσιμπήσουν οι πολλοί, το θέμα να ξεχάσουν. Μα τίποτε δεν κάνουνε και όλοι μας ζητάμε, να μάθουμε που πήγανε τα χρήματα που πήραν.
Σύσκεψη κάνουν υπουργοί, πράκτορες, τρολλ και Κούλης. Να δούνε πως το σκάνδαλο θα κουκουλώσουν τώρα. Μα είναι μεγάλο και βρωμά ό,τι και να το κάνουν.
“Δημοσιογράφοι” έριξαν κουβάδες το σαπούνι. Μπουγάδα βάλανε γερή, μα πάλι τούτο ζέχνει. Η μπόχα ανυπόφορη, ο κόσμος αηδιάζει. 85 τς εκατό “δώστε τη λίστα τώρα! Κι αφήστε το μαγείρεμα, αφήστε τα τερτίπια”.
Τότε ο Κούλης ο αρχηγός, ο γιος του Αποστάτη, λέει στους πανικόβλητους, τους υπουργούς, τους βλάκες.
“Μη σκάτε ωρέ, τι έχουμε τα ΜΜΕ μαζί μας. Μα κι αν δε φτάσουνε αυτά, έχω και άλλα όπλα. Τη Θέμιδα και την ΕΥΠ, τα τρολλ, το Παρακράτος. Όλοι τα φτυάρια παίρνουνε, για να πετάνε λάσπη. Χώμα και πέτρες μπόλικες το πτώμα να σκεπάσουν”.
Σαν άκουσαν τον τσέλιγκα, οι πιστικοί λουφάξαν. Και κάπως ηρεμήσανε, σταμάτησαν να κλαίνε.
Μα ο Πέτσας ο φυρόμυαλος, καθώς είχε αγγούρι βαθιά μες τα οπίσθια, δεν κάθεται καθόλου. Το λόγιο ζήτησε κι ευθύς στο Μητσοτάκη λέει.
“Όλα καλά τα όσα λες, μα ο κόσμος λέει άλλα. Κι όλες μας οι απόπειρες έχουνε αποτύχει. Κι εσύ δεν έχεις μήνυση, αλλά έχεις ασυλία. Τι θα απογίνω άραγε άμα βρεθεί στη χώρα ένας που να ναι έντιμος και να 'ναι εισαγγελέας; Θα καταλήξω φυλακή, θα καταντήσω νύφη σε ισοβίτες άγριους, που θα με διακορεύσουν! Και δεν το θέλω στη ζωή, τώρα που 'μαι μεγάλος, να με πηδήξουν άγρια άλλοι φυλακισμένοι”
Σαν τ' άκουσε ο Πρωθυπουργός τον έπιασαν τα γέλια.
“Αχ ορέ Πέτσα, άμυαλε, που σαν το κούρεμά σου είναι και το κεφάλι σου, το άδειο, από μέσα. Αφήνω εγώ τα πρόβατα να μου τα φάει άλλος;
Τα πάντα να αποτύχουνε, την έχουμε τη λύση. Στην εταιρεία ρίχνουμε το φταίξιμο σε όλα. Αλγόριθμος την έκανε την άσχημη απάτη! Κι άσε να μπούνε φυλακή τα νούμερα κι οι πράξεις. Λάθος του υπολογιστή, γιατί είχε πάθει βλάβη...
Λεφτά βρε να υπάρχουνε, κουτάλα για να τρώμε! Κι από ιστορίες φτιάχνω εγώ... μυριάδες παραμύθια.
Τέτοια σαν είπαν, γύρισαν στη μάσα και στην ξάπλα...
Κάτσε κι εσύ που ψήφισες, να φας τα ψίχουλα τους, αφού σου πήραν το ψωμί και το φαΐ απ' το στόμα.
Δημοσίευση σχολίου