Του Γ.Γ.
Ένα ζήτημα που επανέρχεται κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες είναι σχετικά με την θέση μας για την σημαία και τις παρελάσεις.
Εδώ θα γράψω κάποιες προσωπικές μου σκέψεις με αφορμή κάποια κείμενα που είδαν την δημοσιότητα σχετικά με τον τις παρελάσεις και τον ρόλο της σημαίας.
Αρχικά πιστεύω ότι τα πράγματα δεν πρέπει να τα βλέπουμε μονοσήμαντα και μανιχαϊστικά.
Μπορεί κάποια σημαία να είναι σύμβολο της αστικής εξουσίας, μπορεί όμως να είναι και το λάβαρο ενός απελευθερωτικού-λαϊκού αγώνα.
Κι αυτό έχει συμβεί πάρα πολλές φορές στην νεώτερη ιστορία μας.
Με την ελληνική σημαία δίπλα του θα δούμε να μιλάει ο Αρης Βελουχιώτης, όπως και να είναι στα μετερίζια όπου πολεμούσαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Την ελληνική σημαία όμως έφεραν και οι Χίτες και οι γερμανοτσολιάδες την περίοδο της ναζισταφασιστικής κατοχής.
Την ελληνική σημαία «προσκυνούσαν» οι Απριλιανοί δικτάτορες του ’67, την ίδια όμως σημαία κρέμασαν στα κάγκελα του Πολυτεχνείου οι φοιτητές το Νοέμβρη του 1973, για να την τσαλαπατήσει το τανκ μαζί με τα κορμιά τους.
Και ερχόμαστε τώρα στην παρέλαση της 28η Οκτώβρη. Πράγματι, είναι μια ευκαιρία, -όπως έχουμε δει και στο παρελθόν- να βγουν στην επιφάνεια εθνικιστικές και σοβινιστικές απόψεις, είτε από δεξιές ακροδεξιές-φασιστικές περιθωριακές ομάδες, είτε απ’ το επίσημο κράτος.
Και σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα να παραθέσω αποσπάσματα από μια ανάρτησή μας, που κάναμε πέρυσι τέτοιες μέρες:
Το μέτωπο ενάντια στον εθνικισμό της κυρίαρχης τάξης, ενάντια στον ελληνικό εθνικισμό, μέσα στο «έδαφός» του, μέσα στο «γήπεδό» του, είναι απαραίτητο για τη χειραφέτηση των καταπιεζόμενων, για την ταξική συνένωσή τους.
Βέβαια, η πάλη ενάντια στον εθνικισμό, όπως αυτός αναπαράγεται μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, τα σχολικά βιβλία, τα μαθήματα κ.λπ, χρειάζεται σταθερή και ολοκληρωμένη παρέμβαση, όλο το χρόνο, και όχι μια ευκαιριακή επετειακή καμπάνια. Αυτή δεν είναι μια επουσιώδης παράμετρος.
Γιατί η εθνικιστική ιδεολογία παραμένει ισχυρή, αναπαράγεται με εκατοντάδες τρόπους και αφορμές. Δηλητηριάζει εκατομμύρια καταπιεσμένους. Διαμορφώνει πλαίσιο υποταγής στις συνειδήσεις των νέων παιδιών. Η οποιαδήποτε, λοιπόν, καμπάνια, ακόμη και αυτή που έχει το πιο ταξικό περιεχόμενο, για να είναι προπαγανδιστικά αποτελεσματική, χρειάζεται να είναι σταθερή-μόνιμη, αλλιώς, αν είναι επετειακή, φέρνει ελάχιστα αποτελέσματα.
Με την πάροδο δε των εκδηλώσεων κινδυνεύει να γίνει παραδοσιακή, παρωχημένη και εντελώς αναποτελεσματική.
Αυτή είναι η μια πλευρά. Η άλλη, εξίσου σοβαρή, έχει να κάνει με το περιεχόμενο της παρέμβασης. Με τις αποκαλύψεις που κάνει για να χτυπηθεί ο εθνικισμός, με τα μηνύματα που περνάει για να ζυμωθεί η ταξική ενότητα των καταπιεσμένων.
Οταν επιλέγεται μια κορυφαία στιγμή ξεδιπλώματος της εθνικιστικής προπαγάνδας, όπως η 28η Οκτωβρίου, είναι απαραίτητο, απολύτως απαραίτητο, να αποκαλύπτεται η ψεύτικη προπαγάνδα της αστικής τάξης σε σχέση με αυτή καθαυτή την επέτειο και το ιστορικό φορτίο που φέρει.
Εδώ έχουμε γεγονότα τεράστιας πολιτικής σημασίας, που η αστική τάξη έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια, πρώτα με τον άκρατο εθνικοφασισμό και μετά με την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης, να σβήσει από τη μνήμη των εργαζόμενων, να ξαναγράψει την ιστορία εντελώς από την αρχή.
Της αστικής τάξης ήταν το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, που ερωτοτροπούσε με τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ, η αστική τάξη ήταν αυτή που απουσίαζε επιδεικτικά από την αντίσταση, η αστική τάξη ήταν αυτή που με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές έπνιξε την αντίσταση και κέρδισε τον εμφύλιο, έκανε τη χώρα κρανίου τόπο, φτάνοντας την εγκληματική της πολιτική μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών.
Θα τα χαρίσουμε όλα αυτά, γιατί έχουμε διαφωνίες ή κριτικές παρατηρήσεις με το κίνημα της αντίστασης;
Μια τέτοια λήθη μόνο την αστική τάξη και τον εθνικισμό της ευνοεί, πέρα από το ότι παραχαράζει, ξαναγράφει τη σκληρή πολιτική διαδρομή των καταπιεσμένων τάξεων στην Ελλάδα.
Εννοείται, ότι η «αριστερή» άποψη του Περισσού, ότι το πραγματικό περιεχόμενο της επετείου μας οδηγεί να παρελαύνουμε, μόνο αγανάκτηση και πικρό γέλιο προκαλεί.
Δυστυχώς, όμως, η παρέμβαση των ημερών, παίρνοντας υπόψη και το δυσμενές πολιτικό κλίμα, επιλέγει ένα ακόμα πιο ουδέτερο τρόπο, «εύκολο» τρόπο, χτυπήματος του εθνικισμού.
Το γενικό μοτίβο είναι ενάντια σε όλες τις σημαίες, ενάντια σε όλες τις παρελάσεις.
Νομίζουμε όμως, ότι χρειάζεται μια ιδιαίτερη προσοχή, συγκεκριμένη ανάλυση κατά χώρα, κατά κράτος, όχι για να υιοθετήσεις τα σύμβολα της κυρίαρχης τάξης, αλλά για να αποδώσεις και να πάρεις υπόψη σου το ιστορικό φορτίο που φέρει κάθε σύμβολο. Γιατί εθνικά σύμβολα -καλώς ή κακώς, δεν κρίνουμε αυτό τώρα- συνδέθηκαν με μεγάλους αγώνες και θυσίες των λαών. Ζωντανό παράδειγμά μας απέναντι η ηρωική Παλαιστίνη.
Δεν είναι ιδεολογικό φροντιστήριο -κάθε άλλο- να υπενθυμίσουμε με όση δύναμη έχουμε, ότι τα κοινωνικά κινήματα, τα κινήματα απελευθέρωσης της εργασίας από το ζυγό του κεφαλαίου έχουν τα δικά τους σύμβολα, τις δικές τους σημαίες, που απεικονίζουν, που συμβολίζουν, που εμπνέουν τα δικά τους απελευθερωτικά ιδανικά.
Είναι οι δικές μας σημαίες, αυτές που κρατάμε στις διαδηλώσεις μας, που τις κυματίζουμε περήφανα απέναντι από τις δυνάμεις καταστολής και ονειρευόμαστε, παλεύουμε, συγκρουόμαστε να δώσουμε κάτω από αυτές τις σημαίες της απελευθέρωσης, μαζί με τις καταπιεσμένες μάζες, τον αγώνα με κάθε μέσο ως την τελική νίκη.
Το δικό μας κόκκινο πανί με το σφυροδρέπανο, η μαυροκόκκινη σημαία, η μαύρη σημαία με το «Α» δεν κάνουν μόνο για σάβανα. Ούτε συζήτηση δεν δεχόμαστε γι’ αυτό.
Τώρα, ο κοσμοπολίτικος δημοκρατισμός ορισμένων δυνάμεων του ΣΥΝ μιλάει και αυτός για κατάργηση των παρελάσεων, γιατί δεν συνάδουν με το σύγχρονο βηματισμό της Ευρώπης, που τσαλαπάτησε κάθε κατάκτηση, κάθε δικαίωμα, κάτω από τη σημαία του κέρδους και της ανταγωνιστικότητας.
Δεν μας αφορά. Είτε με τον κοσμοπολιτισμό της είτε με τον εθνικισμό της, η κάθε κυρίαρχη τάξη θα καλλιεργεί την ενότητα των συμφερόντων μεταξύ των αφεντικών και των εργατών.
Θα προσπαθεί να σβήσει από την ιστορική μνήμη όλα τα εγκλήματά της ενάντια στο προλεταριάτο, για να το πείθει πιο εύκολα, ότι ειρηνικά, νόμιμα, πολιτισμένα, κοινοβουλευτικά μπορεί ν’ αλλάξουν τα πράγματα.
Θα προσπαθεί να το πείσει ότι το πεδίο δράσης του είναι η μέχρι τελικής πτώσης παραγωγικότητά του, στη μοναξιά της απομόνωσης από τους συναδέλφους του, είναι η μοναξιά του καναπέ με το χαζοκούτι, η μοναξιά της κάλπης.
Εμείς στον αντίποδα θα προσπαθούμε να βγούμε μαζί του στον καθαρό αέρα του δρόμου, των δικών μας «παρελάσεων», ειρηνικών και μη, «επετειακών» και διεκδικητικών, με τα λάβαρα της απελευθέρωσης να κυματίζουν περήφανα πάνω από τα κεφάλια μας.
Ένα ζήτημα που επανέρχεται κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες είναι σχετικά με την θέση μας για την σημαία και τις παρελάσεις.
Εδώ θα γράψω κάποιες προσωπικές μου σκέψεις με αφορμή κάποια κείμενα που είδαν την δημοσιότητα σχετικά με τον τις παρελάσεις και τον ρόλο της σημαίας.
Αρχικά πιστεύω ότι τα πράγματα δεν πρέπει να τα βλέπουμε μονοσήμαντα και μανιχαϊστικά.
Μπορεί κάποια σημαία να είναι σύμβολο της αστικής εξουσίας, μπορεί όμως να είναι και το λάβαρο ενός απελευθερωτικού-λαϊκού αγώνα.
Κι αυτό έχει συμβεί πάρα πολλές φορές στην νεώτερη ιστορία μας.
Με την ελληνική σημαία δίπλα του θα δούμε να μιλάει ο Αρης Βελουχιώτης, όπως και να είναι στα μετερίζια όπου πολεμούσαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Την ελληνική σημαία όμως έφεραν και οι Χίτες και οι γερμανοτσολιάδες την περίοδο της ναζισταφασιστικής κατοχής.
Την ελληνική σημαία «προσκυνούσαν» οι Απριλιανοί δικτάτορες του ’67, την ίδια όμως σημαία κρέμασαν στα κάγκελα του Πολυτεχνείου οι φοιτητές το Νοέμβρη του 1973, για να την τσαλαπατήσει το τανκ μαζί με τα κορμιά τους.
Και ερχόμαστε τώρα στην παρέλαση της 28η Οκτώβρη. Πράγματι, είναι μια ευκαιρία, -όπως έχουμε δει και στο παρελθόν- να βγουν στην επιφάνεια εθνικιστικές και σοβινιστικές απόψεις, είτε από δεξιές ακροδεξιές-φασιστικές περιθωριακές ομάδες, είτε απ’ το επίσημο κράτος.
Και σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα να παραθέσω αποσπάσματα από μια ανάρτησή μας, που κάναμε πέρυσι τέτοιες μέρες:
Το μέτωπο ενάντια στον εθνικισμό της κυρίαρχης τάξης, ενάντια στον ελληνικό εθνικισμό, μέσα στο «έδαφός» του, μέσα στο «γήπεδό» του, είναι απαραίτητο για τη χειραφέτηση των καταπιεζόμενων, για την ταξική συνένωσή τους.
Βέβαια, η πάλη ενάντια στον εθνικισμό, όπως αυτός αναπαράγεται μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, τα σχολικά βιβλία, τα μαθήματα κ.λπ, χρειάζεται σταθερή και ολοκληρωμένη παρέμβαση, όλο το χρόνο, και όχι μια ευκαιριακή επετειακή καμπάνια. Αυτή δεν είναι μια επουσιώδης παράμετρος.
Γιατί η εθνικιστική ιδεολογία παραμένει ισχυρή, αναπαράγεται με εκατοντάδες τρόπους και αφορμές. Δηλητηριάζει εκατομμύρια καταπιεσμένους. Διαμορφώνει πλαίσιο υποταγής στις συνειδήσεις των νέων παιδιών. Η οποιαδήποτε, λοιπόν, καμπάνια, ακόμη και αυτή που έχει το πιο ταξικό περιεχόμενο, για να είναι προπαγανδιστικά αποτελεσματική, χρειάζεται να είναι σταθερή-μόνιμη, αλλιώς, αν είναι επετειακή, φέρνει ελάχιστα αποτελέσματα.
Με την πάροδο δε των εκδηλώσεων κινδυνεύει να γίνει παραδοσιακή, παρωχημένη και εντελώς αναποτελεσματική.
Αυτή είναι η μια πλευρά. Η άλλη, εξίσου σοβαρή, έχει να κάνει με το περιεχόμενο της παρέμβασης. Με τις αποκαλύψεις που κάνει για να χτυπηθεί ο εθνικισμός, με τα μηνύματα που περνάει για να ζυμωθεί η ταξική ενότητα των καταπιεσμένων.
Οταν επιλέγεται μια κορυφαία στιγμή ξεδιπλώματος της εθνικιστικής προπαγάνδας, όπως η 28η Οκτωβρίου, είναι απαραίτητο, απολύτως απαραίτητο, να αποκαλύπτεται η ψεύτικη προπαγάνδα της αστικής τάξης σε σχέση με αυτή καθαυτή την επέτειο και το ιστορικό φορτίο που φέρει.
Εδώ έχουμε γεγονότα τεράστιας πολιτικής σημασίας, που η αστική τάξη έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια, πρώτα με τον άκρατο εθνικοφασισμό και μετά με την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης, να σβήσει από τη μνήμη των εργαζόμενων, να ξαναγράψει την ιστορία εντελώς από την αρχή.
Της αστικής τάξης ήταν το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, που ερωτοτροπούσε με τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ, η αστική τάξη ήταν αυτή που απουσίαζε επιδεικτικά από την αντίσταση, η αστική τάξη ήταν αυτή που με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές έπνιξε την αντίσταση και κέρδισε τον εμφύλιο, έκανε τη χώρα κρανίου τόπο, φτάνοντας την εγκληματική της πολιτική μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών.
Θα τα χαρίσουμε όλα αυτά, γιατί έχουμε διαφωνίες ή κριτικές παρατηρήσεις με το κίνημα της αντίστασης;
Μια τέτοια λήθη μόνο την αστική τάξη και τον εθνικισμό της ευνοεί, πέρα από το ότι παραχαράζει, ξαναγράφει τη σκληρή πολιτική διαδρομή των καταπιεσμένων τάξεων στην Ελλάδα.
Εννοείται, ότι η «αριστερή» άποψη του Περισσού, ότι το πραγματικό περιεχόμενο της επετείου μας οδηγεί να παρελαύνουμε, μόνο αγανάκτηση και πικρό γέλιο προκαλεί.
Δυστυχώς, όμως, η παρέμβαση των ημερών, παίρνοντας υπόψη και το δυσμενές πολιτικό κλίμα, επιλέγει ένα ακόμα πιο ουδέτερο τρόπο, «εύκολο» τρόπο, χτυπήματος του εθνικισμού.
Το γενικό μοτίβο είναι ενάντια σε όλες τις σημαίες, ενάντια σε όλες τις παρελάσεις.
Νομίζουμε όμως, ότι χρειάζεται μια ιδιαίτερη προσοχή, συγκεκριμένη ανάλυση κατά χώρα, κατά κράτος, όχι για να υιοθετήσεις τα σύμβολα της κυρίαρχης τάξης, αλλά για να αποδώσεις και να πάρεις υπόψη σου το ιστορικό φορτίο που φέρει κάθε σύμβολο. Γιατί εθνικά σύμβολα -καλώς ή κακώς, δεν κρίνουμε αυτό τώρα- συνδέθηκαν με μεγάλους αγώνες και θυσίες των λαών. Ζωντανό παράδειγμά μας απέναντι η ηρωική Παλαιστίνη.
Δεν είναι ιδεολογικό φροντιστήριο -κάθε άλλο- να υπενθυμίσουμε με όση δύναμη έχουμε, ότι τα κοινωνικά κινήματα, τα κινήματα απελευθέρωσης της εργασίας από το ζυγό του κεφαλαίου έχουν τα δικά τους σύμβολα, τις δικές τους σημαίες, που απεικονίζουν, που συμβολίζουν, που εμπνέουν τα δικά τους απελευθερωτικά ιδανικά.
Είναι οι δικές μας σημαίες, αυτές που κρατάμε στις διαδηλώσεις μας, που τις κυματίζουμε περήφανα απέναντι από τις δυνάμεις καταστολής και ονειρευόμαστε, παλεύουμε, συγκρουόμαστε να δώσουμε κάτω από αυτές τις σημαίες της απελευθέρωσης, μαζί με τις καταπιεσμένες μάζες, τον αγώνα με κάθε μέσο ως την τελική νίκη.
Το δικό μας κόκκινο πανί με το σφυροδρέπανο, η μαυροκόκκινη σημαία, η μαύρη σημαία με το «Α» δεν κάνουν μόνο για σάβανα. Ούτε συζήτηση δεν δεχόμαστε γι’ αυτό.
Τώρα, ο κοσμοπολίτικος δημοκρατισμός ορισμένων δυνάμεων του ΣΥΝ μιλάει και αυτός για κατάργηση των παρελάσεων, γιατί δεν συνάδουν με το σύγχρονο βηματισμό της Ευρώπης, που τσαλαπάτησε κάθε κατάκτηση, κάθε δικαίωμα, κάτω από τη σημαία του κέρδους και της ανταγωνιστικότητας.
Δεν μας αφορά. Είτε με τον κοσμοπολιτισμό της είτε με τον εθνικισμό της, η κάθε κυρίαρχη τάξη θα καλλιεργεί την ενότητα των συμφερόντων μεταξύ των αφεντικών και των εργατών.
Θα προσπαθεί να σβήσει από την ιστορική μνήμη όλα τα εγκλήματά της ενάντια στο προλεταριάτο, για να το πείθει πιο εύκολα, ότι ειρηνικά, νόμιμα, πολιτισμένα, κοινοβουλευτικά μπορεί ν’ αλλάξουν τα πράγματα.
Θα προσπαθεί να το πείσει ότι το πεδίο δράσης του είναι η μέχρι τελικής πτώσης παραγωγικότητά του, στη μοναξιά της απομόνωσης από τους συναδέλφους του, είναι η μοναξιά του καναπέ με το χαζοκούτι, η μοναξιά της κάλπης.
Εμείς στον αντίποδα θα προσπαθούμε να βγούμε μαζί του στον καθαρό αέρα του δρόμου, των δικών μας «παρελάσεων», ειρηνικών και μη, «επετειακών» και διεκδικητικών, με τα λάβαρα της απελευθέρωσης να κυματίζουν περήφανα πάνω από τα κεφάλια μας.
+ σχόλια + 1 σχόλια
ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΑΡΘΡΑ ΟΛΑ ΠΟΛΥ ΜΑΡΕΣΕΙΣ ΦΙΛΤΑΤΕ ΩΡΑΙΑ, ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΑΛΛΑ ΤΟΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΑΑ...! ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
Δημοσίευση σχολίου