Της Αλέκας Ζορμπαλά
"Οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού δεν παραδίνονται. Πεθαίνουν".
Άγγελος Τσιτώτας - Ο πρώτος αντάρτης πόλης-Ελεύθερος Σκοπευτής
«Αγγελος» όνομα και πράγμα. Ξανθός με ψηλή κορμοστασιά, όμορφος, λεβέντης, νέος, θρύλος, μύθος και αλήθεια. μόλις 23 ετών, πρωτοπόρος στην ΟΠΛΑ μέσα στη γερμανοκρατούμενη Λάρισα, κυκλοφορούσε ζωσμένος στ΄ άρματα και εκτελούσε μέλη του ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης-οργάνωση του διαβόητου Σούρλα).
Το 1946 εντάχθηκε στο Τμήμα Ελευθέρων Σκοπευτών του Αρχηγείου Ανατολικής Θεσσαλίας του ΔΣΕ και φιγουράριζε στις λίστες της Ασφάλειας στα πρώτα ονόματα. Υποσχέθηκε στον εαυτό του να μην τον πιάσουν ποτέ ζωντανό. Τέλη Ιανουαρίου 1947, μπήκε νύχτα στην πόλη και κατέλυσε στην αποθήκη της οικογένειας Φοντανά.
Ο Τσιτώτας πήγε εκεί ή για να μείνει ή γιατί είχε κάποια συνάντηση. Το απόγεμα της Δευτέρας, 26 Ιανουαρίου 1947, κάποια γυναίκα, αρραβωνιαστικιά ασφαλίτη, ή κατ΄ άλλη εκδοχή, ένας πιτσιρικάς μπήκε στην αποθήκη να πάρει τσιγάρα και κάτι υποψιάσθηκε. Έτσι τον κατέδωσε στον Ιάκωβο, ένα από τα καρφιά της Ασφάλειας στο συνοικισμό.
Αιφνιδιαστικά, κατά τις 7 το σούρουπο, η αποθήκη κυκλώθηκε από τη μισή χωροφυλακή της Λάρισας Και ξεκίνησε μια απελπισμένη μάχη.
Ο Τσιτώτας γάζωνε σαν τρελός με το αυτόματό του ρίχνοντας ταυτόγχρονα και χειροβομβίδες.
Εφτασε επί τόπου ο επιτελάρχης του Β' Σώματος Στρατού, συνταγματάρχης Θρασύβουλος Ζαίμης με ένα λόχο μαυροσκούφηδων και ένα άρμα μάχης (!) που το διοικούσε ένας άγνωστος (τότε) υπολοχαγός Τ/Θ με το όνομα Στυλιανός Παττακός.
Οι πολιορκητές βάζουν μια ομοβροντία και κατόπιν φωνάζουν: "Άγγελε, είσαι κυκλωμένος από παντού. Βγες με τα χέρια ψηλά".
Ακολούθησε η απάντηση: "Οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού δεν παραδίνονται. Πεθαίνουν".
Επακολούθησε πανδαιμόνιο. Ριπές, εκρήξεις χειροβομβίδων.... , η στέγη με τους τσίγκους κατέρρευσε και ένα δοκάρι χτύπησε τον Άγγελο στο κεφάλι. Ένα μεγάλο καρφί τρύπησε το πρόσωπό του. Αιμόφυρτος και ανήμπορος έκανε την τελευταία γενναία πράξη: έβαλε το πιστόλι του στον κρόταφο και τράβηξε τη σκανδάλη.
Πέρασε έτσι και για πάντα στο Πάνθεο των Μαχητών. Στο σακίδιό του βρέθηκε ένα κομμάτι μπομπότα και ένα κομμάτι καβουρμάς, η «ξηρά» τροφή των ανταρτών του βουνού και της πόλης. Σε διάφορα σημεία βρέθηκαν άδειοι γεμιστήρες του αυτομάτου «Στάγιερ» που είχε και το πιστόλι «Παραμπέλουμ» με το οποίο αυτοκτόνησε.
Προς τιμήν του οι σύντροφοί του μετονόμασαν την ομάδα τους σε "Ομάδα Άγγελος Τσιτώτας", μια τακτική που θα ακολουθούσαν, μεταξύ άλλων, η RAF και ο ΕΛΑ, σε άλλους τόπους, σε άλλους χρόνους.
γιατί τίποτα δεν τέλειωσε ακόμα..
(Στη φωτό Περίπολος της ΟΠΛΑ στην κεντρική λεωφόρο της Καισαριανής το Νοέμβριο 1944)
"Οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού δεν παραδίνονται. Πεθαίνουν".
Άγγελος Τσιτώτας - Ο πρώτος αντάρτης πόλης-Ελεύθερος Σκοπευτής
«Αγγελος» όνομα και πράγμα. Ξανθός με ψηλή κορμοστασιά, όμορφος, λεβέντης, νέος, θρύλος, μύθος και αλήθεια. μόλις 23 ετών, πρωτοπόρος στην ΟΠΛΑ μέσα στη γερμανοκρατούμενη Λάρισα, κυκλοφορούσε ζωσμένος στ΄ άρματα και εκτελούσε μέλη του ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης-οργάνωση του διαβόητου Σούρλα).
Το 1946 εντάχθηκε στο Τμήμα Ελευθέρων Σκοπευτών του Αρχηγείου Ανατολικής Θεσσαλίας του ΔΣΕ και φιγουράριζε στις λίστες της Ασφάλειας στα πρώτα ονόματα. Υποσχέθηκε στον εαυτό του να μην τον πιάσουν ποτέ ζωντανό. Τέλη Ιανουαρίου 1947, μπήκε νύχτα στην πόλη και κατέλυσε στην αποθήκη της οικογένειας Φοντανά.
Ο Τσιτώτας πήγε εκεί ή για να μείνει ή γιατί είχε κάποια συνάντηση. Το απόγεμα της Δευτέρας, 26 Ιανουαρίου 1947, κάποια γυναίκα, αρραβωνιαστικιά ασφαλίτη, ή κατ΄ άλλη εκδοχή, ένας πιτσιρικάς μπήκε στην αποθήκη να πάρει τσιγάρα και κάτι υποψιάσθηκε. Έτσι τον κατέδωσε στον Ιάκωβο, ένα από τα καρφιά της Ασφάλειας στο συνοικισμό.
Αιφνιδιαστικά, κατά τις 7 το σούρουπο, η αποθήκη κυκλώθηκε από τη μισή χωροφυλακή της Λάρισας Και ξεκίνησε μια απελπισμένη μάχη.
Ο Τσιτώτας γάζωνε σαν τρελός με το αυτόματό του ρίχνοντας ταυτόγχρονα και χειροβομβίδες.
Εφτασε επί τόπου ο επιτελάρχης του Β' Σώματος Στρατού, συνταγματάρχης Θρασύβουλος Ζαίμης με ένα λόχο μαυροσκούφηδων και ένα άρμα μάχης (!) που το διοικούσε ένας άγνωστος (τότε) υπολοχαγός Τ/Θ με το όνομα Στυλιανός Παττακός.
Οι πολιορκητές βάζουν μια ομοβροντία και κατόπιν φωνάζουν: "Άγγελε, είσαι κυκλωμένος από παντού. Βγες με τα χέρια ψηλά".
Ακολούθησε η απάντηση: "Οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού δεν παραδίνονται. Πεθαίνουν".
Επακολούθησε πανδαιμόνιο. Ριπές, εκρήξεις χειροβομβίδων.... , η στέγη με τους τσίγκους κατέρρευσε και ένα δοκάρι χτύπησε τον Άγγελο στο κεφάλι. Ένα μεγάλο καρφί τρύπησε το πρόσωπό του. Αιμόφυρτος και ανήμπορος έκανε την τελευταία γενναία πράξη: έβαλε το πιστόλι του στον κρόταφο και τράβηξε τη σκανδάλη.
Πέρασε έτσι και για πάντα στο Πάνθεο των Μαχητών. Στο σακίδιό του βρέθηκε ένα κομμάτι μπομπότα και ένα κομμάτι καβουρμάς, η «ξηρά» τροφή των ανταρτών του βουνού και της πόλης. Σε διάφορα σημεία βρέθηκαν άδειοι γεμιστήρες του αυτομάτου «Στάγιερ» που είχε και το πιστόλι «Παραμπέλουμ» με το οποίο αυτοκτόνησε.
Προς τιμήν του οι σύντροφοί του μετονόμασαν την ομάδα τους σε "Ομάδα Άγγελος Τσιτώτας", μια τακτική που θα ακολουθούσαν, μεταξύ άλλων, η RAF και ο ΕΛΑ, σε άλλους τόπους, σε άλλους χρόνους.
γιατί τίποτα δεν τέλειωσε ακόμα..
(Στη φωτό Περίπολος της ΟΠΛΑ στην κεντρική λεωφόρο της Καισαριανής το Νοέμβριο 1944)
Δημοσίευση σχολίου