Στην πολιτική του δράση συνδύαζε τα ζητήματα της χειραφέτησης των μαύρων με το αίτημα για ριζικές κοινωνικές αλλαγές. Επιδίωκε την προστασία της Αφροαμερικανικής κοινότητας η οποία "καταπιέζεται από την ρατσιστική κυβέρνηση" έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει και την αστυνομική βαρβαρότητα σε βάρος της. "Θέλουμε ελευθερία. Θέλουμε τη δύναμη να καθορίζουμε τη μοίρα των μαύρων της κοινότητας μας. Πιστεύουμε ότι οι μαύροι άνθρωποι δεν θα είμαστε ελεύθεροι μέχρι να είμαστε σε θέση να καθορίσουμε τη μοίρα μας", ανέφεραν στους στόχους του κινήματός τους.
Οι ένοπλες περιπολίες μελών του και η δυναμική τους απάντηση σε κάθε ρατσιστική συμπεριφορά που αντιμετώπιζαν, ειδικά εκ μέρους των αστυνομικών δυνάμεων έφεραν το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ να θεωρεί ότι το Κόμμα των Μαύρων Πανθήρων αποτελούσε "τη μεγαλύτερη απειλή για την εσωτερική ασφάλεια της χώρας" όπως είχε δηλώσει ο διευθυντής του FBI Έντγκαρ Χούβερ. Κι αυτό μεταφράστηκε στο να δολοφονήσει η Αμερικάνικη αστυνομία μόνο το 1969, 28 Μαύρους Πάνθηρες,-ένας αριθμός που διπλασιάστηκε την επόμενη χρονιά.
Δυο παρόμοιες δολοφονίες είχαμε σαν σήμερα 4 Δεκέμβρη του 1969.
Απ' τις αρχές του 1969, οι Μαύροι Πάνθηρες αποτελούσαν την πιο σημαντική οργάνωση όχι μόνο των μαύρων αλλά συνολικά της Αριστεράς που υπήρχε στις ΗΠΑ. Η επιρροή τους είχε αυξηθεί κατακόρυφα, στον μαύρο πληθυσμό κι αυτό ήταν απόρροια ότι χάρη στις ένοπλες ομάδες και την μαχητικότητά τους, αποτελούσαν το μόνο σοβαρό αντίβαρο στην αστυνομική τρομοκρατία, και επειδή είχαν δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης.
Ετσι η Αμερικάνικη κυβέρνηση παίρνει απόφαση να δολοφονήσει εν ψυχρώ δυο απ' τα πιο ενεργά στελέχη των Μαύρων Πανθήρων. Τον Φρεντ Χάμπτον, πρόεδρο του κόμματος στην πολιτεία του Ιλινόι και τον συναγωνιστή του Μαρκ Κλαρκ. Εχοντας "φυτέψει" δίπλα τους, το FBI, ένα χαφιέ ονόματι Ο'Νιλ, οι ένστολοι Αμερικάνοι δολοφόνοι δεν είχαν να κάνουν δύσκολο έργο.
Το ξημέρωμα της 4ης Δεκέμβρη του 1969 ειδικές μονάδες της κομητειακής αστυνομία του Ιλινόις, της αστυνομίας του Σικάγο και του FBI εισβάλουν στο σπίτι του Χάμπτον, όπου διέμεναν επτά ακόμη «Πάνθηρες». Όλοι τους κοιμόντουσαν βαθιά, ναρκωμένοι από τον εγκάθετο του FBI Ουϊλιαμ Ο’ Νηλ ο οποίος είχε ρίξει ναρκωτικό μέσα στην σούπα που ο ίδιος τους είχε σερβίρει.
Οι εισβολείς έριξαν συνολικά 90 σφαίρες, την ώρα που από την πλευρά των «Πανθήρων» ρίχτηκε μόνο μία! Ο 21χρονος τότε Φρεντ Χάμπτον πυροβολήθηκε τέσσερις φορές στο κεφάλι και το στήθος ενώ κοιμόταν και ξεψύχησε αμέσως (αν και κάποιοι από τους συντρόφους του είπαν ότι ήταν τραυματισμένος στο στήθος αλλά ζωντανός ακόμα όταν έφτασαν στο κρεβάτι του οι εισβολείς, που τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ, πυροβολώντας τον στο κεφάλι).
Ο άλλος νεκρός της εισβολής ήταν ο 17χρονος Μαρκ Κλαρκ που ωστόσο πρόλαβε να ξυπνήσει πριν δολοφονεί και ήταν ο μόνος που πρόλαβε να ρίξει έναν πυροβολισμό ενάντια στους δολοφόνους εισβολής. Οι υπόλοιποι «Πάνθηρες» που βρισκόταν στο ίδιο σπίτι (η 19χρονη έγκυος 8 μηνών σύντροφος του Χάμπτον Ντέμπορα Τζόνσον, ο Harold Bell, 23 ετών, ο Louis Truelock, 39 ετών, ο τραυματισμένος με 5 σφαίρες από 45άρι αυτόματο 19χρονος Ronald Satchell, και οι επίσης τραυματισμένοι, Verlina Brewer, 18 ετών, Brenda «China Doll» Harris, 18 ετών και Blair Anderson), σύρθηκαν στον δρόμο, δάρθηκαν άγρια και μεταφέρθηκαν στις φυλακές, κατηγορούμενοι για… «ένοπλη επίθεση κατά αστυνομικών».
Οι μαφιόζικες δολοφονίες των Χάμπτον και Κλαρκ ξεσήκωσαν θύελλα οργής στην Αμερική. Ακόμη και Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές, υποστηρικτές του Νίξον, διαμαρτυρήθηκαν για τις πρωτοφανείς, για δημοκρατική χώρα, μεθόδους των μηχανισμών καταστολής.
Δημοσίευση σχολίου