Ηταν τέτοιες μέρες του 1934, όταν οι εργάτες στο λιμάνι της Καλαμάτας μας έδωσαν αιματοβαμμένα μαθήματα αλύγιστου ταξικού αγώνα. Ταυτόχρονα ο λαός της πόλης έδειξε σε όλο του το μεγαλείο τι σημαίνει κοινωνική αλληλεγγύη, την στιγμή που για άλλη μια φορά διαπιστώναμε τι σημαίνει κρατική κτηνωδία με την δικτατορία των αστών να δολοφονεί εν ψυχρώ εργάτες, για τα συμφέροντα της τάξης που υπηρετεί.
Την εποχή αυτή, το λιμάνι αυτής της πόλης ήταν ένα απ’ το πιο δραστήρια που υπήρχαν στην Ελλάδα. Ο λόγος ήταν ότι εκεί λειτουργούσαν οι μεγάλοι αλευρόμυλοι «Ευαγγελίστρια» και συνεχώς κατέφθαναν πολλά καράβια που μετέφεραν σιτάρι για την παραγωγή αλευριού.
Τα αφεντικά, λοιπόν των μύλωνμ (Πάστρας και Τραβασάρας), αποφάσισαν να εκσυγχρονίσουν τον εξοπλισμό των εργοστασίων τους αγοράζοντας ένα νέο μηχάνημα το οποίο θα είχε την δυνατότητα να ρουφάει κατευθείαν το σιτάρι από τα αμπάρια των πλοίων και να το στέλνει κατευθείαν στον μύλο. Αυτό θα είχε την γνωστή συνέπεια του κραυγαλέου παραλογισμού του καπιταλιστικού συστήματος την οποία έχουν αναλύσει λεπτομερώς οι θεωρητικοί του μ-λ πριν αρκετές δεκαετίες. Δηλαδή η τεχνολογία να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνατότητες και η κατάσταση της εργαζόμενης κοινωνίας να χειροτερεύει με την αύξηση της ανεργίας και την ένταση της εκμετάλλευσης όσων συνεχίζουν να εργάζονται. (Βλέπε νομοσχέδιο Χατζηδάκη, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας).
Στην προκειμένη περίπτωση, πολλοί απ’ τους φορτοεκφορτωτές που εργαζόταν στο λιμάνι της Καλαμάτας θα έχαναν την δουλειά τους, αφού το τεχνολογικό επίτευγμα, η «ρουφήχτρα», θα τους αντικαθιστούσε στην δουλειά που έκαναν μέχρι τότε.
Κράτος και αφεντικά είχαν αντιληφθεί ότι δεν θα τους ήταν καθόλου εύκολο να φέρουν απότομα τα πάνω – κάτω στην καθημερινή ζωή της πόλης, οδηγώντας στην πείνα εκατοντάδες εργατικές οικογένειες.
Τότε και με την βοήθεια κάποιων ξεπουλημένων συνδικαλιστών -οι σημερινοί «Παναγόπουλοι» δεν έλειψαν σε καμιά εποχή- πέταξαν το «τυράκι».
Προσπαθώντας να αποφύγουν την ολοφάνερη κοινωνική έκρηξη που ερχόταν, ανακοίνωσαν ότι θα δίνουν στους εργάτες 6 δραχμές για κάθε τόνο σιταριού που θα εκφορτωνόταν από την «ρουφήχτρα». Όμως οι λιμενεργάτες δεν «τσίμπησαν» και δεν έπεσαν σ’ αυτήν την παγίδα.
Κι από δω και πέρα αρχίζει να βάφεται ένα ηρωικό αιματοβαμμένο εργατικό χρονικό.
Σε πλατιά σύσκεψη που γίνεται στην Νομαρχία Μεσσηνίας, την Κυριακή, 6 Μάη κατά την οποία λαμβάνουν μέρος όλοι οι τοπικοί αξιωματούχοι, καθώς και εκπρόσωποι των ιδιοκτητών των αλευρόμυλων καθορίζεται ένα πολεμικό σκηνικό για να αντιμετωπιστούν οι αναμενόμενες λαϊκές αντιδράσεις.
Στρατιώτες, χωροφύλακες, μπράβοι των βιομηχάνων, το σύνολο δηλαδή των κατασταλτικών δυνάμεων της περιοχής, φρουρούν τις εγκαταστάσεις της βιομηχανίας σε αναμονή μάλιστα δυο πλοίων στο λιμάνι και την πρώτη λειτουργία της «ρουφήχτρας».
Στις 7 Μάη οι λιμενεργάτες σε γενική τους συνέλευση αποφασίζουν να ξεκινήσουν απεργία την επόμενη μέρα, μια κίνηση που συναντά την απόλυτη αποδοχή από τους μικροκαταστηματάρχες του λιμανιού, οι οποίοι σε ένδειξη αλληλεγγύης αποφασίζουν να κρατήσουν κι αυτοί κλειστά τα μαγαζιά τους.
Χαράματα Τρίτης 8 Μάη, σε όλο τον χώρο του λιμανιού της Καλαμάτας είχε στηθεί ένα εκρηκτικό σκηνικό. Η απεργία στην οποία συμμετέχουν και οι μυλεργάτες, έχει νεκρώσει την πόλη που είναι στρατοκρατούμενη.
Ένα πολυβόλο του στρατού έχει στηθεί στο λιμάνι, ενώ ένοπλες περιπολίες από στρατιώτες και χωροφύλακες υπάρχουν παντού.
Το απόγευμα το πλοίο «Λίμνη» φτάνει στο λιμάνι της Καλαμάτας γεμάτο σιτάρι. Η όλη ατμόσφαιρα προμήνυε το μακελειό στο οποίο ήταν αποφασισμένες οι κατασταλτικές δυνάμεις να προχωρήσουν ενάντια στον «εχθρό λαό» για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των αφεντικών.
Το ξημέρωνα τις 9 Μάη βρίσκει όλο τον λαό της Καλαμάτας συγκεντρωμένο στο λιμάνι της πόλης και με μπροστάρηδες τους ναυτεργάτες και της οικογένειες τους να προσπαθούν να αποτρέψουν την εκφόρτωση του πλοίου «Λίμνη».
Ακολουθούν μάχες σώμα με σώμα. Οι στρατιώτες δεν μπορούν να συγκρατήσουν το οργισμένο και αποφασισμένο πλήθος που είναι έτοιμο να σπάσει τον αστυνομικό κλοιό.
Μπροστά σ' αυτό το σκηνικό οι κατασταλτικές δυνάμεις διατάσσονται να πυροβολήσουν τον κόσμο εν ψυχρώ.
Κάποιες μαρτυρίες αναφέρουν ότι oi sστρατιώτες αρνήθηκαν να πυροβολήσουν τους απεργούς εργάτες και το πυρ το ξεκίνησε το αφεντικό των αλευρόμυλων, ο Πάστρας, που είχε οχυρωθεί μαζί με τα τσιράκια του στην ταράτσα των μύλων για να ακολουθήσουν και οι πυροβολισμοί από αξιωματικούς και χωροφύλακες..
Τότε υπήρξαν και οι πρώτοι νεκροί, μαζί με δεκάδες τραυματισμένους. Η επίθεση ενάντια στους εργάτες γενικεύεται το ίδιο και οι συγκρούσεις. Το δολοφονικό μένος των χωροφυλάκων είναι απίστευτο αλλά και η οργή των εξεγερμένων εργατών είναι τεράστια. Καταστρέφουν το σπίτι ενός βιομήχανου των αλευρόμυλών, καίνε το κτίριο μιας τράπεζας, ενώ διαλύουν τη φρουρά του υπολοχαγού Παναγιωτάκου και υποχωρούν μόνο όταν ο στρατός και η έφιππη χωροφυλακή αρχίζουν να πυροβολούν, στα τυφλά με το εργατικό αίμα να βάφει τους δρόμους της πόλης.
Να τι αναφέρει μια ανακοίνωση του υπουργείου εσωτερικών που κυκλοφόρησε αργά το βράδυ της 9 του Μάη: «...η στρατιωτική δύναμις ηνακάσθη να πυροβολήση εναντίον των, (λιμενεργατών) με άσφαιρα κατ' αρχήν και ένσφαιρα κατόπιν. Συνέπεια τούτου εκ των απεργών εφονεύθησαν δύο και ετραυματίσθησαν τέσσαρις, μεταφερθέντες εις νοσοκομεία. Επίσης συγκρούσεις μεταξύ απεργών και αστυνομικών εγένετο προ του νομαρχιακού καταστήματος καθ' ην εφονεύθησαν δύο και ετραυματίσθησαν πέντε. Ο νομάρχης και ο διοικητής Χωροφυλακής ζητούν ενισχύσεις από το 1 Ιον Σύνταγμα Τριπόλεως και εκ των αστυνομιών των πέριξ περιφερειών. Τα γραφεία και τα καταστήματα της πόλεως παρέμειναν κλειστά ο δε λαός των Καλαμών ευρίσκεται εις τας οδούς. Αι αρχαί της πόλεως Καλαμών εζήτησαν από το Υπουργείο Εσωτερικών να κηρυχθεί η πόλις εις κατάστασιν πολιορκίας».
Είναι χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο με το οποίο κυκλοφορεί ο Ριζοσπάστης στις 10 Μάη.
Στο ρεπορτάζ της εφημερίδας της Κ.Ε. του ΚΚΕ διαβάζουμε:
«Τα λιθόστρωτα της Καλαμάτας βάφτηκαν με αίμα εργατικό. Τα πολυβόλα του Τσαλδάρη ρίξανε αμέτρητες σφαίρες στα βασανισμένα κορμιά των λιμενεργατών, των μυλεργατών που κατέβηκαν στην απεργία για να διακηρύξουν: "ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΙΝΑ". Άγνωστος είναι ο πραγματικός αριθμός των δολοφονημένων, αν και πληροφορίες αναφέρουν πως ξεπερνάνε τους δέκα. Πολλές δεκάδες είναι οι τραυματισμένοι… Ετσι ο δολοφόνος Βενιζέλος που σκότωσε πέρυσι τους εργάτες της Σαλονίκης και της Νάουσας δεν μπορεί να καυχιέται πώς είναι ο μονος δήμιος των εργαζομένων. Ο Τσαλδάρης παρουσιάζεται αντάξιος συνεχιστής του.
Η "τάξις", δηλαδή το καθεστώς της κλεψιάς και της ατιμίας, το καθεστώς της πείνας και της ανεργίας θριάμβευσε για μια στιγμή με τα όπλα των αξιοματικών και χωροφυλάκων κι' οι αλετροβιομήχανοι κύριοι υποκινητές της χθεσινής ΜΑΤΟΒΑΜΕΝΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ μπορπύν να τρίβουν τα χέρια τους ήσυχοι γιατί περιφρουρήθηκαν τα συμφέροντα τους.
Ησυχοι; ... Ενας λόγος: Γελάστηκαν πολύ οι άτιμοι εκμεταλλευτές του εργαζόμενου λαού και οι κυβερνήτες τους αν νομίζουν πώς έτσι "ανώδυνα" θα περάσουν τα γεγονότα της Καλαμάτας. Στην Καλαμάτα χύθηκε το τίμιο αίμα των εργατών που ξεσηκώθηκαν ενάντια στο πέταγμα τους στο δρόμο από τις βδέλλες του ιδρώτα τους, τους εργοστασιάρχες και τα ένοπλα όργανά τους. ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥΤΟ ΒΑΡΥΝΕΙ ΕΞ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΑ ΑΝΤΙΛΑΪΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ"
(Το έχω ξαναγράψει. Σαν "παλαιοκομμουνιστής' λατρεύω την γλώσσα που χρησιμοποιούσε τότε το επαναστατικό ΚΚΕ).
Ηταν τέτοιο το δολοφονικό μένος του αστικού κράτους, με στόχο το αγωνιζόμενο προλεταριάτο, που ακόμα κάποια αστικά ΜΜΕ αναγκάζονται να αναφερθούν στα πραγματικά γεγονότα. Περιγράφει η αθηναϊκή εφημερίδα «Ανεξάρτητος» τα γεγονότα της 9 Μάη σε ανταπόκριση από την Καλαμάτα που δημοσιεύεται στο φύλλο της 10ης Μάη:
Αυτήν την όψιν παρουσίαζον αι Καλάμαι, όψιν πόλεως τελούσης εις κατάστασιν πραγματικής επαναστάσεως, με τους λιμενεργάτας και μυλεργάτας από το ένα μέρος εις απεργίαν ευνοουμένην από ολόκληρον τον λαόν, και από το άλλο μέρος τον στρατόν και την χωροφυλακήν επιτιθεμένην και τρομοκρατούσαν...". ,,,
"Ο στρατός, κατόπιν διαταγής των ανωτέρων του, ήρχισε να βάλλη πυρά ομαδόν ... εχρησιμοποιήθη και οπλοπολυβόλον. Η συμπλοκή σκληρά και πεισματώδης, διήρκεσε περί τα 20’ της ώρας με αποτελέσματα απεριγράπτως τραγικά. Εκ των εργατών εφονεύθησαν πέντε και ετραυματίσθησαν δέκα... ο αριθμός των ριφθέντων πυροβολισμών δι’ όπλων και οπλοπολυβόλου είναι αδύνατον να καθορισθή..."
"...Ευθύς ως κατέπαυσαν οι πρώτοι πυροβολισμοί, οι εργάται εν εξάλλω καταστάσει παρέλαβον τα πτώματα των φονευθέντων συναδέλφων των και ήρχισαν να τα περιφέρουν ανά τας οδούς της Παραλίας και τας κεντρικάς πλατείας, κραυγάζοντες και καταρώμενοι τους δολοφόνους... αι γυναίκαι των εργατών αγνοούσαι τα ονόματα των θυμάτων έσπευδον εν αλλοφροσύνη πλησίον των νεκρών..."
"...Οι εργάται έχοντες δύο πτώματα φονευθέντων, ανεχώρησαν εκ της Παραλίας και διά της οδού Αριστομένους ανήρχοντο προς την πόλιν. Καθ’ οδόν ελιθοβόλησαν την Τράπεζαν Αθηνών και κατόπιν ομάς εξ αυτών ανελθούσα εις την οικίαν του κυριωτέρου μετόχου του Κυλινδρόμυλου, κ. Πάστρα, έθραυσε τα εν αυτή έπιπλα και παν ό,τι ευρίσκετο εντός. Εν συνεχεία εσταμάτησαν ένα τραμ, του οποίου έσπασαν με ξύλα τα τζάμια. Επετέθησαν και κατά του ανθυπολοχαγού κ. Παναγιωτάκου και της φρουράς που ήτο επικεφαλής, τραυματίσαντες τινάς εξ αυτών. Κατόπιν τεράστια διαδήλωσις από εργάτας και πολίτας σχηματισθείσα μετά την δεύτερη συμπλοκή επεχείρησε να περιέλθη τας οδούς αλλά ημποδίσθη και διελύθη παρ’ εφίππου χωροφυλακής και στρατού. Μεταξύ των νεκρών της 10.30 π.μ. συγκαταλέγεται και μία γυναίκα φονευθείσα εντός του περιπτέρου του συζύγου της ονομαζομένου Γ. Γκριζέπη. ...Λέγεται ότι εις λοχίας και δύο στρατιώται έρριψαν τα όπλα αρνηθέντες να πυροβολήσουν".
Δημοσίευση σχολίου