Θα αρχίσω από το πιο γελοίο, τα βλήματα. Άδωνης: Ο Άδωνης - τρομάρα του - πιστεύει πως τον ζηλεύουμε! Τι να ζηλέψουν οι άνθρωποι από τους σάλιαγκες, που πάνε μπροστά γλείφοντας, σέρνοντας και με τα κέρατά τους; Ίσως το σάλιο;
Η απάντηση στον κηφήνα, που τόλμησε να χρησιμοποιήσει μια φράση του Ροΐδη, ο οποίος κορόιδευε ακριβώς τους τύπους σαν το Μπουμπούκο, είναι «όστις ουρεί εν τω λειβαδίω κατά την ανατολήν του ηλίου, ορά τη σκιά της τσουτσούς του παρασάγγας μακρυάν. (Τσουτσού Εν Λάι). Ισχύει για όλα τα νούμερα, ιδιαίτερα τα μηδενικά. Τέλος με τα βλήματα, περνάμε σε μια μορφή ζήλειας.
Πριν πολλές χιλιάδες χρόνια, 3500 και βάλε, κάποιος τύπος σκέφτηκε να λύσει μερικά από τα προβλήματα που υπήρχαν τότε ανάμεσα στους ανθρώπους και που δηλητηρίαζαν τις σχέσεις τους. Όταν έξυπνος και λιγάκι απατεώνας, δεν είπε «ξέρετε κάτι, αυτές είναι δικές μου σκέψεις και άλλων έμπειρων, λογικών ανθρώπων» είπε πως είναι «θεϊκές εντολές». Το ονόμασε «δεκάλογο», το απέδωσε στο Μωυσή (μπορεί να ήταν κι ο ίδιος που τις έγραψε, αν και σίγουρα χρησιμοποίησε προηγούμενες πηγές) και είναι γενικοί κανόνες ώστε να μη γίνει ζούγκλα η κοινωνία. Να μην αρχίσουν τους φόνους, τις βεντέτες κλπ. Βασισμένη σε αυτούς τους κανόνες η ίδια η κοινωνία ως σύνολο θα τιμωρούσε τους δράστες, ώστε να μη χρειάζεται αυτοδικία. Καταλαβαίνουμε πως ήταν μια πρόοδος εκείνη την εποχή.
Όμως, όπως λέμε οι Μαρξιστές, οι κανόνες αυτοί έγιναν με βάση τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε. Κι αν μας φαίνονται κάποιοι διαχρονικοί, είναι γιατί κοινωνικά εξελισσόμαστε πολύ πιο αργά, ενώ γίνονται περισσότερες οπισθοδρομήσεις. Ένα από αυτά που πρέπει να αλλάξει, είναι το «ου μοιχεύσεις». Να γίνει «να κι αν μοιχεύσεις, να κι αν μην μοιχεύσεις, φόρα όμως προφυλακτικό, γιατί σέρνονται κι αρρώστιες και δε σου φταίω σε τίποτα να με κολλήσεις».
Βεβαίως, όταν σε μια πατριαρχική κοινωνία βλέπεις τον άλλο ως κτήμα, είναι πολύ ευκολότερο και άδικο για μας τους άντρες, να πηδήξουμε και να φύγουμε. Να σπέρνουμε κουτσούβελα, αφροδίσια, αφήνοντας τη γυναίκα να μεγαλώνει μόνη της τα παιδιά. Γι αυτό, για να αλλάξει η συγκεκριμένη εντολή, πρέπει να αλλάξει όλος ο τρόπος που βλέπουμε την οικογένεια και το κοινωνικοπολιτικό σύστημα γενικότερα.
Το πρόβλημα ξεκινά από μια κτητική αντωνυμία, το «μου». Οι αντωνυμίες που φανερώνουν σε ποιον ανήκει κάτι, λέγονται κτητικές. Το θέμα είναι πως οι άλλοι άνθρωποι δεν ανήκουν σε κανένα. Είναι ελεύθεροι από τη φύση. Έτσι δεν υπάρχει «γυναίκα μου» ή «άντρας μου», υπάρχει γυναίκα και άντρας σκέτο. Εδώ, πριν το DNA, κανείς άντρας δεν ήταν 100% σίγουρος, αν ήταν το παιδί του, με την έννοια πως συμμετείχε κι αυτός και όχι κάποιος άλλος. Ο κουμπάρος, ο γείτονας, ο καλύτερος σου φίλος, που «γιατί είναι οι φίλοι;».
Το πρόβλημα λοιπόν ξεκινά από τη σύγκρουση της φυσικής ελευθερίας με το ατομισμό, την κτητικότητα. Έτσι έχουμε ζήλεια. «Αν πας με άλλη, θα σου σπάσω το κεφάλι». Πολλές φορές, δεν το τραγουδάμε, το κάνουμε κιόλας. Έχω φάει από την Καλλιόπη βάζο αεριωθούμενο. Αν με έπαιρνε στο κεφάλι, θα χάνατε τα άρθρα μου. «Μικρό το κακό» ξέρω.
Το θέμα είναι να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να αναγνωρίσουμε πως ένας άνθρωπος και μάλιστα αυτός που αγαπάμε, έχει δικαίωμα στον ελεύθερο έρωτα. Η Καλλιόπη πχ έχει δικαίωμα να πάει και με τον παπά, όσο και αν εγώ δεν τον γουστάρω. Βέβαια αυτά θα πρέπει να ξεκαθαρίζονται πριν, για να μην έχουμε θύματα μετά. Διότι είναι αλήθεια, πως αν κοροϊδέψεις τον άλλο ή την άλλη, θα το πληρώσεις ακριβά. Αυτά προς το παρόν, θα επανέλθουμε για τα θύματα.
Δημοσίευση σχολίου